Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τὴν γραφήν

См. также в других словарях:

  • Papyrus 5 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 5 Name P. Oxy. 208 Text Johannes 1; 16; 20 † Sprache …   Deutsch Wikipedia

  • писаниѥ — ПИСАНИ|Ѥ (1050), ˫А с. 1.Действие по гл. писати в 1 знач.: ина многа чюдеса створивъ. памѧ(т) писанию достоина. ПрЛ 1282, 82б; Бѣ нѣкто ди˫аконъ въ ѥп(с)пии. именемь савинъ. имыи ремество книжноѥ писаниѥ. ПНЧ 1296, 24 об.; ѡхъ мне лихого сего… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Καρτάνος, Ιωαννίκιος — (16ος αι.). Κερκυραίος ιεροκήρυκας και συγγραφέας. Ο Κ. ήταν εκείνος που έγραψε το πρώτο βιβλίο σε δημοτικό πεζό λόγο. Ελάχιστα είναι γνωστά για τη ζωή του. Ωστόσο είναι βέβαιο ότι ήταν ιερομόναχος και μέγας πρωτοσύγκελος Κερκύρων. Με αυτή την… …   Dictionary of Greek

  • RHAMNUS — I. RHAMNUS oppid. fuit et portus Cretae in ora occidua, inter Phalasarnen, et Chersonesum, Ptol. II. RHAMNUS spinosa arbor, inter ἀείφυλλα Theophrasto, e qua sepes vivae fiebant, quibusdam videtur esse Alba Spina, quâ nulla hodie sepibus… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • DIONYSIUS Halicarnass — Augusti temporibus floruit, quod satis indicat Strab. eiusdem temporis scriptor. Sic enim ille l. 14. Καὶ καθ᾿ ἡμᾶς Διονύσιος ὁ συγγραφεύς. At ne alium hunc dionysium putes, ipse in praefatione scribit, in Italiam se venisse; simul ac Caesar Aug …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SCARIFATIO — inter arborum remedia, Plinio recensetur l. 17. c. 27. Scarifatio quaedam in remediis, cum macie corticis ex aegritudine adstringente se iustôque plus vitalia arborum comprimente, exactam falcis aciem utrâque manu imprimentes perpetuis incisuris… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υποσύρω — Α [σύρω] 1. σύρω προς τα κάτω 2. μτφ. α) παρασύρω βαθμιαία («εἰς ἀταξίαν ὑποσύρεται γυνή», Κλήμ. Αλ.) β) συντέμνω, ελαττώνω («συγγραφέων... ὑποσεσυρκότων τὴν γραφήν», Δίον. Αλ.) 3. μέσ. ὑποσύρομαι υποσκάπτω («ὑποσύρεσθαι χώματα», Αππ) 4. φρ.… …   Dictionary of Greek

  • γραφή — Τεχνική που επινοήθηκε από τον άνθρωπο για να επικοινωνεί με τους άλλους και συνίσταται στην ορατή και σχετικά διαρκή αποτύπωση είτε του περιεχομένου, είτε, στις πιο εξελιγμένες φάσεις, της ίδιας της μορφής των γλωσσικών σημείων. Η πρώτη γ. ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Αριστοφάνης — I (περ. 445 π.Χ. – 388; π.Χ.). Κωμωδιογράφος. Θεωρείται ο επιφανέστερος εκπρόσωπος της λεγόμενης αρχαίας αττικής κωμωδίας· είναι ο μόνος του οποίου έχουν διασωθεί ολόκληρες κωμωδίες. Για τη ζωή του δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα. Ήταν γιος του… …   Dictionary of Greek

  • αιρώ — Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Οινωπίωνα, βασιλιά της Χίου και πρώτου οικιστή του νησιού, σύζυγος του Ωρίωνα και μητέρα του Χίου, που έδωσε το όνομά του στο νησί Οφιούσα. * * * αἱρῶ ( έω) (AM) Ι. ενεργ. 1. παίρνω, αρπάζω 2. απομακρύνω, αφαιρώ 3.… …   Dictionary of Greek

  • εισάγω — (AM εἰσάγω) 1. οδηγώ κάποιον μέσα («τόν εισήγαγε στην αίθουσα τού θρόνου», «μόνον δὲ σὺν τέκνοισι μ εἰσάγει δόμοις») 2. τοποθετώ κάτι μέσα σε κάτι άλλο («εἰσάγω καθετήρα...») 3. (για εμπορεύματα) φέρνω από άλλη χώρα («εισάγει πρώτες ύλες»,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»